Με 68 ψήφους υπέρ και 17 κατά, η ολομέλεια του Κοινοβουλίου της Εσθονίας ενέκρινε την Τετάρτη 18 Ιουνίου 2025, σε τρίτη Ανάγνωση την Αναθεωρημένη Εκδοχή των Τροπολογιών στον Νόμο «Περί Εκκλησιών και Ενοριών».
Οι τροπολογίες στοχεύουν να διασφαλίσουν ότι οι Θρησκευτικές Δομές που λειτουργούν στην Εσθονία δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για υποκίνηση μίσους ή βίας εναντίον άλλης χώρας, Εθνικότητας, Θρησκείας, Παραδόσεων ή Αξιών.
Αυτό σημαίνει ουσιαστικά ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Εσθονίας υπό τον Μητροπολίτη Τάλλιν και πάσης Εσθονίας κ. Ευγένιο πρέπει να διακόψει τους Δεσμούς της με το Πατριαρχείο Μόσχας.
Σύμφωνα με τη Νομοθεσία της Εσθονίας, το Νομοσχέδιο παραπέμπεται στον Πρόεδρο της χώρας για τελική Επικύρωση και Δημοσίευση.
Υπενθυμίζεται ότι το Κοινοβούλιο της Εσθονίας Ενέκρινε για πρώτη φορά τις Τροπολογίες στις 9 Απριλίου. Ωστόσο ο Πρόεδρος της Εσθονίας Άλαρ Καρίς είχε αρνηθεί να υπογράψει τις Τροπολογίες στον Νόμο «Περί Εκκλησιών και Ενοριών» καθώς είχε τονίσει ότι είναι αντίθετες με το Σύνταγμα της Χώρας.
«Το Πατριαρχείο Μόσχας υπονομεύει την Κυριαρχία και τη Δημοκρατία των Κρατών, αλλά η Τροπολογία του Νόμου στην τρέχουσα μορφή της είναι αντίθετη με τα άρθρα 40, 48 και 11 του Συντάγματος, περιορίζοντας δυσανάλογα την Ελευθερία των Ενώσεων και της Θρησκείας», είχε δηλώσει μεταξύ άλλων, ο Πρόεδρος της Εσθονίας σε Επίσημη Ανακοίνωση Tύπου. Ύστερα από εκείνη την εξέλιξη οι Τροπολογίες είχαν επιστρέψει στο Κοινοβούλιο της Εσθονίας για Αναθεώρηση και προσαρμογή στις Διατάξεις του Συντάγματος.
Το Κοινοβούλιο Αφαίρεσε από τον Νόμο την Απαγόρευση καθοδήγησης από άτομο με σημαντική επιρροή που εδρεύει στο Εξωτερικό, καθώς ο Πρόεδρος της Εσθονίας Άλαρ Καρίς θεώρησε ότι αυτή η Διατύπωση ερμηνεύεται ποικιλοτρόπως. Επίσης η Μεταβατική Περίοδος για την υλοποίηση των απαραίτητων Τροποποιήσεων παρατάθηκε από δύο σε έξι μήνες.
Με βάση την πρόταση της Συντονιστικής Επιτροπής, το Κοινοβούλιο Τροποποίησε τη διατύπωση του Νόμου έτσι ώστε μια Εκκλησία, Μοναστήρι ή άλλη Θρησκευτική Δομή που λειτουργεί στην Εσθονία να μην μπορεί, Βάσει του Καταστατικού τους ή οποιουδήποτε άλλου Εγγράφου στο οποίο βασίζονται οι Δραστηριότητές τους, να συνδέεται οικονομικά με Κυβερνητικό όργανο, Πνευματικό Κέντρο, Πνευματικό Ηγέτη ή Φορέα που Εδρεύει σε Ξένη Χώρα που αποτελεί απειλή για την Ασφάλεια καθώς και τη Δημόσια και τη Συνταγματική Τάξη της Εσθονίας.
Το Κοινοβούλιο της Εσθονίας διευκρίνισε επίσης τι σημαίνει μια πιθανή απειλή. Σύμφωνα με την τροποποιημένη διατύπωση, απειλή για την Ασφάλεια του Εσθονικού Κράτους ή για τη Συνταγματική ή Δημόσια Τάξη μπορεί να προκύψει, μεταξύ άλλων, όταν ένα Θρησκευτικό Κέντρο, Κυβερνητικό όργανο, Θρησκευτική Ένωση ή Θρησκευτικός Ηγέτης υποκινεί, υποστηρίζει ή χρηματοδοτεί Δραστηριότητες που αποσκοπούν στη βίαιη αλλαγή της Ανεξαρτησίας, της Εδαφικής Ακεραιότητας ή της Συνταγματικής Τάξης της Εσθονίας, υποστηρίζει ή έχει υποστηρίξει Στρατιωτική επίθεση ή έχει απευθύνει κάλεσμα σε Πόλεμο, Τρομοκρατική επίθεση ή με οποιοδήποτε τρόπο σε παράνομη χρήση Ένοπλης Βίας. Συγκεκριμένα προστέθηκε η φράση «υποκινεί, υποστηρίζει ή χρηματοδοτεί Δραστηριότητες που αποσκοπούν στη Βίαιη αλλαγή της Ανεξαρτησίας, της Εδαφικής Ακεραιότητας ή της Συνταγματικής Τάξης της Δημοκρατίας της Εσθονίας».
Ο Νόμος προβλέπει επίσης ότι ένα άτομο που δεν επιτρέπεται να ζει ή να διαμένει στην Εσθονία δεν μπορεί να είναι Κληρικός ή Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου μιας Θρησκευτικής Ένωσης. Επιπλέον, καθορίζονται οι προϋποθέσεις για το Καταστατικό μιας Θρησκευτικής Κοινότητας.
Αφήστε το σχόλιο σας